Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
subscription magazine ΟΥΣ
magazine [βρετ maɡəˈziːn, αμερικ ˈmæɡəˌzin, ˌmæɡəˈzin] ΟΥΣ
1. magazine ΔΗΜΟΣΙΟΓΡ:
4. magazine (arms store):
subscription [βρετ səbˈskrɪpʃ(ə)n, αμερικ səbˈskrɪpʃ(ə)n] ΟΥΣ
1. subscription (magazine):
2. subscription βρετ (fee):
3. subscription (to fund):
4. subscription (system):
5. subscription ΧΡΗΜΑΤΟΠ (to share issue):
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Αναζήτηση στο λεξικό
- subrogation
- sub rosa
- subroutine
- subscribe
- subscriber
- subscription magazine
- subscription rate
- subscription service
- subsection
- subsequent
- subsequently