Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
I. explosive [βρετ ɪkˈspləʊsɪv, ɛkˈspləʊsɪv, αμερικ ɪkˈsploʊsɪv, ɪkˈsploʊzɪv] ΟΥΣ
1. explosive:
2. explosive ΓΛΩΣΣ → plosive
II. explosive [βρετ ɪkˈspləʊsɪv, ɛkˈspləʊsɪv, αμερικ ɪkˈsploʊsɪv, ɪkˈsploʊzɪv] ΕΠΊΘ
I. plastic [βρετ ˈplastɪk, αμερικ ˈplæstɪk] ΟΥΣ
II. plastics ΟΥΣ
plastics ουσ πλ:
-
- plastiques αρσ πλ
III. plastic [βρετ ˈplastɪk, αμερικ ˈplæstɪk] ΕΠΊΘ
1. plastic (of or relating to plastic):
3. plastic (unnatural):
- plastic smile, world, environment
-
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.