Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
nationalist [βρετ ˈnaʃ(ə)n(ə)lɪst, αμερικ ˈnæʃ(ə)nələst] ΟΥΣ ΕΠΊΘ
- nationalist
- nationaliste αρσ θηλ
- a nationalist/socialist stronghold
-
- extreme view, idea, step, measure, reaction, nationalist
-
στο λεξικό PONS
I. nationalist [ˈnæʃnəlɪst] ΕΠΊΘ
- nationalist
-
II. nationalist [ˈnæʃnəlɪst] ΟΥΣ
- nationalist
- nationaliste αρσ θηλ
-
- nationalist
-
- nationalist
I. nationalist [ˈnæʃ· ə n· ə l·ɪst] ΕΠΊΘ
- nationalist
-
II. nationalist [ˈnæʃ· ə n· ə l·ɪst] ΟΥΣ
- nationalist
- nationaliste αρσ θηλ
-
- nationalist
-
- nationalist
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.