Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
island [βρετ ˈʌɪlənd, αμερικ ˈaɪlənd] ΟΥΣ
1. island:
I. Shetland [αμερικ ˈʃɛtlənd] a. Shetland Islands
II. Shetland [αμερικ ˈʃɛtlənd] ΟΥΣ a. Shetland wool
III. Shetland [αμερικ ˈʃɛtlənd] ΕΠΊΘ
Shetland crofter, family:
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγμένα από τη συντακτική ομάδα της PONS)
Αναζήτηση στο λεξικό
- shepherd boy
- shepherd dog
- shepherdess
- sherbet
- sheriff
- Shetland Islands
- Shetland pony
- Shetlands
- Shetland wool
- shew
- shh