Ελληνικά » Γερμανικά

συνομολογία [sinɔmɔlɔˈjia] SUBST θηλ ΜΑΘ

σεισμολογία [sizmɔlɔˈjia] SUBST θηλ

σύνδεσμος [ˈsinðɛzmɔs] SUBST αρσ

2. σύνδεσμος (σχέση, φιλία):

Bund αρσ

4. σύνδεσμος Η/Υ (σε ιστοσελίδα):

Link αρσ

κοσμολογία [kɔzmɔlɔˈjia] SUBST θηλ

νομολογία [nɔmɔlɔˈjia] SUBST θηλ ΝΟΜ

γεμολογία [jɛmɔlɔˈjia] SUBST θηλ

ενζυμολογία [ɛnzimɔlɔˈjia] SUBST θηλ

εντομολογία [ɛndɔmɔlɔˈjia] SUBST θηλ

ευρωομολογία [ɛvrɔɔmɔlɔˈjia] SUBST θηλ ΟΙΚΟΝ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский