Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „συνδεδεμένος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

συνδεδεμέν|ος <-η, -ο> [sinðɛðɛˈmɛnɔs] ΕΠΊΘ

συνδεδεμένος

Παραδειγματικές φράσεις με συνδεδεμένος

συνδεδεμένος εταίρος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский