Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „παράπονο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

παράπονο [paˈrapɔnɔ] SUBST ουδ

1. παράπονο (έκφραση θλίψης):

παράπονο
Klage θηλ
με πιάνει/πέρνει το παράπονο

2. παράπονο (ήπια διαμαρτυρία):

παράπονο
Beschwerde θηλ
κάνω παράπονο
διευθετώ ένα παράπονο

Παραδειγματικές φράσεις με παράπονο

κάνω παράπονο
διευθετώ ένα παράπονο

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский