Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „λαλιά“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

λαλιά [laˈʎa] SUBST θηλ

1. λαλιά (φωνή):

λαλιά
Stimme θηλ

2. λαλιά (γλώσσα):

λαλιά
Sprache θηλ
χάνω τη λαλιά μου από το φόβο μτφ

3. λαλιά (τόνος της φωνής):

λαλιά
Ton αρσ

4. λαλιά (κελάιδημα):

λαλιά
Gezwitscher ουδ

Παραδειγματικές φράσεις με λαλιά

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский