Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „κεραυνοβολώ“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

I . κεραυνοβολ|ώ <-είς, -ησα, -ήθηκα, -ημένος> [cɛravnɔvɔˈlɔ] VERB μεταβ

1. κεραυνοβολώ (χτυπώ με κεραυνό):

κεραυνοβολώ

2. κεραυνοβολώ ΗΛΕΚ:

3. κεραυνοβολώ μτφ (με ματιά):

κεραυνοβολώ

II . κεραυνοβολ|ώ <-είς, -ησα, -ήθηκα, -ημένος> [cɛravnɔvɔˈlɔ] (ρίχνω κεραυνούς)

κεραυνοβολώ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский