Ελληνικά » Γερμανικά

ζεύγος [ˈzɛvɣɔs] SUBST ουδ

ζεύγος
Paar ουδ
διατεταγμένο ζεύγος ΜΑΘ
geordnetes Paar ουδ
ζεύγος δυνάμεων ΦΥΣ
Kräftepaar ουδ

Ζεύγος πυξίδων [ˈzɛvɣɔs piˈksiðɔn] SUBST ουδ (αστερισμός)

Παραδειγματικές φράσεις με ζεύγος

ζεύγος ουδ ιόντων
Ionenpaar ουδ
ζεύγος ουδ ηλεκτροδίων
ζεύγος ουδ ηλεκτρονίων
διατεταγμένο ζεύγος ΜΑΘ
ζεύγος δυνάμεων ΦΥΣ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский