Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „διατεταγμένο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

διατεταγμένο σύνολο
geordnete Menge θηλ
διατεταγμένο ζεύγος ΜΑΘ
geordnetes Paar ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский