Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „επιβουλή“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

επιβουλή [ɛpivuˈli] SUBST θηλ

1. επιβουλή (ύπουλη ενέργεια):

επιβουλή κατά +γεν
Machenschaften θηλ πλ gegen +γεν

2. επιβουλή (απόπειρα):

επιβουλή κατά +γεν
Anschlag αρσ auf +αιτ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский