Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „εξοικονόμησης“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

Einsparpflicht ΝΟΜ, ΧΡΗΜΑΤΟΠ
υποχρέωση θηλ εξοικονόμησης
Konsolidierungsmaßnahme ΟΙΚΟΝ, ΠΟΛΙΤ
μέτρο ουδ εξοικονόμησης
Einsparziel ΝΟΜ, ΧΡΗΜΑΤΟΠ
στόχος αρσ εξοικονόμησης
λάμπα εξοικονόμησης ενέργειας θηλ
λαμπτήρας εξοικονόμησης ενέργειας αρσ
Energiesparmaßnahme ΟΙΚΟΝ, ΟΙΚΟΛ
μέτρο ουδ εξοικονόμησης ενέργειας
για λόγους εξοικονόμησης χρόνου

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский