Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „εξολόθρευση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

εξολόθρευσ|η <-εις> [ɛksɔˈlɔθrɛfsi] SUBST θηλ

1. εξολόθρευση (ζώων, φυλής):

εξολόθρευση
Ausrottung θηλ

2. εξολόθρευση (σε πόλεμο: εχθρού):

εξολόθρευση
Vernichtung θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский