Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „βούρκος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

βούρκος [ˈvurkɔs] SUBST αρσ

1. βούρκος (λάσπη):

βούρκος
Schlamm αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με βούρκος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский