Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „βουλκανισμός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

βουλκανισμός [vulkanizˈmɔs] SUBST αρσ

βουλκανισμός
βουλκανισμός εν ψυχρώ

Παραδειγματικές φράσεις με βουλκανισμός

βουλκανισμός εν ψυχρώ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский