Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αψάδα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αψάδα [aˈpsaða] SUBST θηλ

1. αψάδα (οξύτητα):

αψάδα
Schärfe θηλ

2. αψάδα (οξυθυμία):

αψάδα
Jähzorn αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский