Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ασύλου“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

δικαιούχος mf ασύλου
παροχή θηλ ασύλου
δικαίωμα ουδ ασύλου
Asylrecht ουδ
δικαίωμα ουδ ασύλου
Recht ουδ auf Asyl
Asylbewerber(in) αρσ (θηλ)
διαδικασία θηλ χορήγησης ασύλου ΝΟΜ
Asylverfahren ουδ
Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „ασύλου“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский