Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ασυλία“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ασυλία [asiˈlia] SUBST θηλ ΝΟΜ

Παραδειγματικές φράσεις με ασυλία

έχω ασυλία

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский