Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ασυνήθιστος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ασυνήθιστ|ος <-η, -ο> [asiˈniθistɔs] ΕΠΊΘ

1. ασυνήθιστος (ασυνήθης):

ασυνήθιστος

2. ασυνήθιστος (εξαιρετικός):

ασυνήθιστος

3. ασυνήθιστος (όχι εξοικειωμένος):

ασυνήθιστος
είμαι ασυνήθιστος σ' αυτό το κλίμα
είσαι ακόμα ασυνήθιστος σ' αυτό το κλίμα

Παραδειγματικές φράσεις με ασυνήθιστος

είμαι ασυνήθιστος σ' αυτό το κλίμα

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский