Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ασυνταίριαστος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ασυνταίριαστ|ος <-η, -ο> [asinˈdɛri̯astɔs] ΕΠΊΘ

ασυνταίριαστος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский