Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ανήρ“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ανήρ [aˈnir]

ανήρ s. άντρας

Βλέπε και: άντρας

άντρας [ˈandras] SUBST αρσ (και σύζυγος)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский