Γερμανικά » Ελληνικά

Zugang <-(e)s, -gänge> SUBST αρσ

3. Zugang (Neuzugang):

Παραδειγματικές φράσεις με zugange

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

"zugange" στα μονόγλωσσα Γερμανικά λεξικά


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский