Γερμανικά » Ελληνικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: sicherstellen , Speicherzelle , Lehrstelle , Mutterstelle και Feuerstelle

Speicherzelle <-, -n> SUBST θηλ ΤΕΧΝΟΛ

sicher|stellen VERB μεταβ

1. sicherstellen (gewährleisten):

2. sicherstellen (beschlagnahmen):

Feuerstelle <-, -n> SUBST θηλ (Herd)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζήτηση στο λεξικό

Γερμανικά

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский