Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „κατάσχω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

κατάσχ|ω <-εσα, -έθηκα, -εμένος> [kaˈtasxɔ] VERB μεταβ

κατάσχω

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский