Γερμανικά » Γαλλικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: süffisant και offensiv

I . offensiv [ɔfɛnˈziːf] ΕΠΊΘ

I . süffisant [zʏfiˈzant] τυπικ ΕΠΊΘ

suffisant(e) λογοτεχνικό

II . süffisant [zʏfiˈzant] τυπικ ΕΠΊΡΡ

d'un air suffisant λογοτεχνικό

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζήτηση στο λεξικό

Γερμανικά

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina