Γερμανικά » Γαλλικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: ankleiden , erleiden , auskleiden , verleiden , umkleiden και bekleiden

I . an|kleiden ΡΉΜΑ μεταβ τυπικ

vêtir λογοτεχνικό

II . an|kleiden ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα τυπικ

I . aus|kleiden ΡΉΜΑ μεταβ

2. auskleiden τυπικ (entkleiden):

dévêtir τυπικ

II . aus|kleiden ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα τυπικ

I . bekleiden* τυπικ ΡΉΜΑ μεταβ

II . bekleiden* τυπικ ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα

um|kleiden ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα τυπικ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina