Γαλλικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: revisiter , revigorer , revisser και cellular

cellular [selylaʀ] ΟΥΣ αρσ ΚΛΩΣΤ

revisser [ʀ(ə)vise] ΡΉΜΑ μεταβ

1. revisser (visser à nouveau):

2. revisser (serrer plus fort):

I . revigorer [ʀ(ə)vigɔʀe] ΡΉΜΑ μεταβ

II . revigorer [ʀ(ə)vigɔʀe] ΡΉΜΑ αμετάβ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina