Γαλλικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: terrorisant , terroriser και terroriste

II . terroriste [teʀɔʀist] ΟΥΣ αρσ θηλ

terroriser [teʀɔʀize] ΡΉΜΑ μεταβ

2. terroriser (opprimer):

terrorisant(e) [teʀɔʀizɑ͂, ɑ͂t] ΕΠΊΘ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina