pencilling στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia

Μεταφράσεις για pencilling στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά

II.pencil <forma in -ing ecc. pencilling, pencilled βρετ penciling, penciled αμερικ> [βρετ ˈpɛns(ə)l, ˈpɛnsɪl, αμερικ ˈpɛnsəl] ΡΉΜΑ μεταβ

pencilling στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για pencilling στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά

pencilling Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski