Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια:

človek στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia

Μεταφράσεις για človek στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά

2. lovely (pleasant):

II.beloved [βρετ bɪˈlʌvɪd, bɪˈlʌvd, αμερικ bəˈləvəd] ΟΥΣ λογοτεχνικό or χιουμ

I.lovey-dovey [βρετ ˈlʌvɪˌdʌvi, lʌvɪˈdʌvi, αμερικ ˌləviˈdəvi] ΕΠΊΘ βρετ οικ

II.lovey-dovey [βρετ ˈlʌvɪˌdʌvi, lʌvɪˈdʌvi, αμερικ ˌləviˈdəvi] ΡΉΜΑ αμετάβ

I.Slovene [βρετ ˈsləʊviːn, sləʊˈviːn, αμερικ ˈsloʊvin], Slovenian [sləˈviːnɪən] ΕΠΊΘ

II.Slovene [βρετ ˈsləʊviːn, sləʊˈviːn, αμερικ ˈsloʊvin], Slovenian [sləˈviːnɪən] ΟΥΣ

gloved → glove II

človek στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για človek στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά

Βλέπε και: cleave

clove παρελθ: cleave

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski