Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια:

Crowdworking στο γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette

Μεταφράσεις για Crowdworking στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά

1. working (professional):

actif/-ive
actif/-ive, professionnel/-elle

Crowdworking στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για Crowdworking στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά

Αμερικανικά Αγγλικά

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski