Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „χρηματιστήριο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

χρηματιστήριο [xrimatisˈtiriɔ] SUBST ουδ

χρηματιστήριο
Börse θηλ
παίζω στο χρηματιστήριο
χρηματιστήριο αξιών
χρηματιστήριο αξιών
χρηματιστήριο αξιών
Börse θηλ
χρηματιστήριο ασφαλειών
χρηματιστήριο δημητριακών
χρηματιστήριο εμπορευμάτων
Warenbörse θηλ
χρηματιστήριο ναύλων
Frachtbörse θηλ
χρηματιστήριο συναλλάγματος
Devisenbörse θηλ
Börsensitz αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με χρηματιστήριο

περιφερειακό χρηματιστήριο
χρηματιστήριο αξιών
χρηματιστήριο ασφαλειών
χρηματιστήριο δημητριακών
χρηματιστήριο εμπορευμάτων
χρηματιστήριο ναύλων
χρηματιστήριο συναλλάγματος
εκπρόσωπος τράπεζας στο χρηματιστήριο
Börsenagent(in) αρσ (θηλ)
πτώση στο χρηματιστήριο
παίζω στο χρηματιστήριο

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский