Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „πτώση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

πτώσ|η <-εις> [ˈptɔsi] SUBST θηλ

1. πτώση (πέσιμο):

πτώση
Fall αρσ
πτώση
Sturz αρσ
ελεύθερη πτώση
freier Fall αρσ
Freiflugbahn θηλ
(απότομη) πτώση τιμών
Preissturz αρσ
Börsensturz αρσ

2. πτώση (αεροπλάνου):

πτώση
Absturz αρσ

3. πτώση (κατάρρευση):

πτώση
Einsturz αρσ

4. πτώση (ελάττωση, εξασθένιση):

πτώση
Rückgang αρσ

5. πτώση ΓΛΩΣΣ:

πτώση
Fall αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με πτώση

πτώση θηλ εμπέδησης
καθοδική πτώση
ελεύθερη πτώση
freier Fall αρσ
Preissturz αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский