žrtveník <-a, -a, -i> ΟΥΣ αρσ
létnik <-a, -a, -i> ΟΥΣ αρσ
1. letnik (pri publikacijah):
2. letnik (starost):
molítvenik <-a, -a, -i> ΟΥΣ αρσ ΘΡΗΣΚ
várstvenik (várstvenica) <-a, -a, -i> ΟΥΣ αρσ (θηλ)
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.