car [kɑ:ʳ] ΟΥΣ
ˈbump·er car ΟΥΣ
car ac·ˈces·so·ry ΟΥΣ
- car accessory
-
car ˈaer·ial ΟΥΣ βρετ, car an·ˈten·na ΟΥΣ αμερικ
- car aerial
-
ˈcar body ΟΥΣ
- car body
- karoserija θηλ
ˈcar bomb ΟΥΣ
- car bomb
-
ˈcar hire ΟΥΣ no πλ esp βρετ
- car hire
-
ˈcar in·sur·ance ΟΥΣ no πλ
- car insurance
-
ˈcar li·cence ΟΥΣ βρετ
- car licence
-
ˈcar own·er ΟΥΣ
- car owner
-
ˈcar park ΟΥΣ βρετ αυστραλ
ˈcar wash ΟΥΣ
- car wash
- avtopralnica θηλ
ˈclub car ΟΥΣ αμερικ
- club car
-
Dodg·em® [ˈdɒʤəm] ΟΥΣ, Dodg·em car® ΟΥΣ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.