zabavíšč|en <-na, -no> ΕΠΊΘ
zabáv|en <-na, -no> ΕΠΊΘ
2. zabaven (namenjen sprostitvi):
zabávno ΕΠΊΡΡ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Αναζήτηση στο λεξικό
- z
- za
- zabadati
- zabarikadirati
- zabasati
- zabaviščnem
- zabavljač
- zabavljačka
- zabavljaški
- zabavljati
- zabavljica