στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
I. spaiato [spaˈjato] ΡΉΜΑ μετ παρακειμ
spaiato → spaiare
II. spaiato [spaˈjato] ΕΠΊΘ
-
- spaiato also ΧΗΜ ΦΥΣ
- mismatched knives, forks, socks
- spaiato
- unmatched shoes, chairs
- spaiato, scompagnato
- odd socks, gloves
- spaiato, scompagnato
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.