Oxford Spanish Dictionary
incomprensible ΕΠΊΘ
στο λεξικό PONS
incomprensible ΕΠΊΘ
1. incomprensible (no inteligible):
2. incomprensible (inexplicable):
incomprensible [in·kom·pren·ˈsi·βle] ΕΠΊΘ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.