- θέση
- Fach ουδ
- θέση σάκου (ηλεκτρικής σκούπας)
- Beutelfach ουδ
- θέση
- Platz αρσ
-
- Fensterplatz αρσ
- θέση
- Sitz αρσ
- θέση
- Klasse θηλ
- οικονομική θέση
- Economyklasse θηλ
- θέση
- Stelle θηλ
- θέση
- Stellung θηλ
- επαγγελματική θέση
-
- θέση εργασίας
- Arbeitsplatz αρσ
- θέση εργασίας
- Arbeitsstelle θηλ
- δημιουργία θηλ θέσεων εργασίας
-
- δημιουργία θηλ νέων θέσεων εργασίας
-
-
- Stellentausch αρσ
-
- Stellenangebot ουδ
-
- Dauerstellung θηλ
- θέση σπουδών
- Studienplatz αρσ
-
- Stellenabbau αρσ
- θέση
- These θηλ
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.