Stoff <-[e]s, -e> [ʃtɔf] ΟΥΣ αρσ
1. Stoff (Textilmaterial):
3. Stoff χωρίς πλ (thematische Grundlage, Thema):
4. Stoff χωρίς πλ αργκ (Rauschgift):
- Stoff
-
5. Stoff χωρίς πλ αργκ (Alkohol):
- Stoff
-
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.