ir·ra·ti·o·nal [ˈɪratsi̯ona:l, ɪratsi̯oˈna:l] ΕΠΊΘ τυπικ
- irrational
- irrational
- irrationale Zahl ΜΑΘ
- irrational number
-
- irrational
-
- irrational handeln
-
- irrational
-
- irrational argumentieren
- irrational (unreasonable)
- irrational
- irrational arguments, reasons
- irrational
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.