στο λεξικό PONS
Kün·di·gungs·schutz <-es, ohne pl> ΟΥΣ αρσ
- Kündigungsschutz
-
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Kündigungsschutz ΟΥΣ αρσ ΑΝΘΡ ΔΥΝΑΜ
- Kündigungsschutz
-
-
- Kündigungsschutz αρσ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.