στο λεξικό PONS
In·ter·vall <-s, -e> [ɪntɐˈval] ΟΥΣ ουδ τυπικ
- Intervall
-
-
- vermindertes Intervall
-
- abgeschlossenes Intervall
-
- Intervall ουδ <-s, -e> τυπικ
- interval ΜΟΥΣ
- Intervall ουδ <-s, -e>
- bracket ΕΜΠΌΡ also
- Intervall ουδ <-s, -e>
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Intervall ΟΥΣ ουδ ΛΟΓΙΣΤ
- Intervall
-
Margining Intervall ΟΥΣ ουδ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
- Margining Intervall (Kursveränderung, die zur Berechnung der Additional Margin unterstellt wird)
-
-
- Intervall ουδ
-
- Margining Intervall ουδ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.