στο λεξικό PONS
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Fälligkeitsmonat ΟΥΣ αρσ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
- Fälligkeitsmonat (Monat, in dem an einem festgelegten Tag die Lieferung des Basiswerts stattfindet)
-
- Fälligkeitsmonat (Monat, in dem an einem festgelegten Tag die Lieferung des Basiswerts stattfindet)
-
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.