Duration ΟΥΣ θηλ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
-
- duration
Modified Duration ΟΥΣ θηλ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
- Modified Duration (Adjusted Duration, Volatility Duration; Sensitivitätskennzahl zur Quantifizierung des Marktrisikos eines festverzinslichen Wertpapiers)
- modified duration
-
- Duration θηλ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.