I. ambitieux (-euse) [ɑ͂bisjø, -jøz] ΕΠΊΘ
- ambitieux (-euse)
-
II. ambitieux (-euse) [ɑ͂bisjø, -jøz] ΟΥΣ αρσ, θηλ
- ambitieux (-euse)
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.