Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
 
 I. rectificat|if (rectificative) [ʀɛktifikatif, iv] ΕΠΊΘ
II. rectificat|if ΟΥΣ αρσ
1. rectificat|if ΔΗΜΟΣΙΟΓΡ:
2. rectificat|if (à une loi):
-  
 -  amendment (à to)
 
 
 στο λεξικό PONS
 
 rectificatif (-ive) [ʀɛktifikatif, -iv] ΕΠΊΘ
-  note rectificative
 -  
 
rectificatif [ʀɛktifikatif] ΟΥΣ αρσ
 
 
 
 rectificatif (-ive) [ʀɛktifikatif, -iv] ΕΠΊΘ
-  note rectificative
 -  
 
rectificatif [ʀɛktifikatif] ΟΥΣ αρσ
 
 PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγμένα από τη συντακτική ομάδα)
- note rectificative
 
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγμένα από τη συντακτική ομάδα της PONS)
Αναζήτηση στο λεξικό
- recruteur
 - recta
 - rectal
 - rectangle
 - rectangulaire
 - rectificative
 - rectifier
 - rectifieur
 - rectiligne
 - rectilinéaire
 - rection