Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
incolore [ɛ̃kɔlɔʀ] ΕΠΊΘ
1. incolore (sans couleur):
- incolore liquide, gaz, crème
- colourless βρετ
- incolore vernis, verre
-
2. incolore (sans originalité):
- incolore
- colourless βρετ
στο λεξικό PONS
incolore [ɛ̃kɔlɔʀ] ΕΠΊΘ
- incolore
- colourless βρετ
- incolore
- colorless αμερικ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.