Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
intra-conjug|al (intra-conjugale) <αρσ πλ intra-conjugaux> [ɛ̃tʀakɔ̃ʒyɡal, o] ΕΠΊΘ
- conjugal
- conjugal
-
- conjugal
-
- conjugal
- matrimonial problems, home, state
- conjugal
- matrimonial bond
- conjugal, matrimonial
-
- conjugal
στο λεξικό PONS
conjugal(e) <-aux> [kɔ̃ʒygal, o] ΕΠΊΘ
- conjugal(e)
- conjugal
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.